Στη ζωή έχουμε πολλούς ρόλους αλλά ο ρόλος μας ως γονείς θεωρώ ότι είναι από τους πιο σημαντικούς, ίσως ο σημαντικότερος. Σαν γονείς επηρεάζουμε άμεσα και καθοριστικά την ανάπτυξη ενός ή περισοτέρων ατόμων, των παιδιών μας, επιδρώντας καταλυτικά στην πορεία της ζωής τους. Ένας ρόλος για τον οποίο δεν προετοιμαστήκαμε πριν γίνουμε γονείς. Η μόνη «προετοιμασία» που έχει γίνει είναι η δική μας εμπειρία σαν παιδιά. Είναι όλες αυτές οι κριτικές σκέψεις που έχουμε κάνει σαν παιδιά, έφηβοι ή νεαροί ενήλικες απέναντι στους δικούς μας γονείς. Σκέψεις όπως εγώ δεν θα χτυπάω τα παιδιά μου, θα είμαι πιο ήρεμη, θα τους παίρνω ό,τι μου ζητάνε, θα έχω φιλική σχέση με το παιδί μου κ.α.

Όταν γίνεσαι γονιός καλείσαι πολύ γρήγορα να δώσεις απάντηση σε πολλά θέματα που μέχρι τότε αγνοούσες σε σχέση με την φροντίδα ενός παιδιού. Από τα πολύ απλά μέχρι τα πιο σοβαρά. Θέματα πρακτικά, ουσιαστικά, καθημερινά, συναισθηματικά και φιλοσοφικά. Καλείσαι να μάθεις από το πώς να θηλάζεις το νεογένννητο, πώς να το κοιμίζεις, πώς να του αλλάζεις πάνα, πόση αγκαλιά χρειάζεται, πότε να αρχίσεις την εκπαίδευση τουαλέττας, όταν στριγγλίζει τι να κάνεις, τι να απαντήσεις σε ερωτήματα όπως τι είναι σεξ, τι είναι Θεός, πώς να το κάνεις να αγαπήσει το σχολείο, πώς να διαχειριστείς τις εξάρσεις της εφηβείας και η λίστα των θεμάτων είναι ανεξάντλητη…

Καθώς μεγαλώνουν τα παιδιά, μεγαλώνουμε κι εμείς. Ωριμάζοντας τα παιδιά, ωριμάζουμε κι εμείς. Για να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας, μπορούμε να ζητήσουμε τη βοήθεια και τη γνώμη των γονιών μας, των συγγενών μας και των φίλων μας και σίγουρα η γνώμη τους είναι σεβαστή και η προσφορά τους είναι ανεκτίμητη.

Η συμμετοχή όμως σε μια Σχολή γονέων είναι κάτι διαφορετικό, δίνει τη δυνατότητα στον γονιό να λύσει τις απορίες του πάνω σε όλα τα θέματα που τον απασχολούν. Ο γονιός παίρνει χρήσιμες και έγκυρες πληροφορίες πάνω στα αναπτυξιακά θέματα των παιδιών όπως είναι ποιες είναι οι αναπτυξιακές ανάγκες του παιδιού σε κάθε ηλικία, πότε είναι ωφέλιμο για το παιδί να πάει παιδικό σταθμό, να βγάλει την πάνα, να σταματήσει να πίνει γάλα με το μπιμπερό, να οριοθετήσει και να βάλει κανόνες, να επικοινωνήσει αποτελεσματικά με το παιδί, να το προσεγγίσει συναισθηματικά, πώς θα μάθει να διαβάζει μόνο του, πώς θα επιλέξει καλούς φίλους κ.α.

Πέρα από τη συλλογή χρήσιμων πληροφοριών ο γονιός έχει την ευκαιρία να μοιραστεί τις σκέψεις, τις αγωνίες και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει στο μεγάλωμα του παιδιού του με τους υπόλοιπους γονείς της ομάδας. Με αυτό τον τρόπο αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι μόνο εκείνος αλλά το πλήθος των γονέων που αντιμετωπίζει δυσκολίες και αυτή η συνειδητοποίηση τον ανακουφίζει. Δυσκολίες όπως είναι όταν το τρίχρονο αγοράκι του στριγγλίζει φεύγοντας από την παιδική χαρά, ή όταν η 10χρονη κόρη του του αντιμιλάει μπροστά σε άλλους, είναι κοινές σε όλους τους γονείς. Όλοι μαζί σαν ομάδα, αφού έχουν εκφραστεί οι εμπειρίες και οι δυσκολίες, με τη βοήθεια της συντονίστριας προτείνονται εναλλακτικοί τρόποι διαχείρισης για την κάθε δυσκολία.

Συμμετέχοντας σε μια Σχολή γονέων στην ουσία έρχεσαι σε επαφή με τον ρόλο σου ως γονιός. Αρχίζεις να τον φροντίζεις και να τον αναπτύσσεις. Μαθαίνεις, μοιράζεσαι, αναζητάς. Αναζητάς να βρεις την δική σου αυθεντική ταυτότητα σαν γονιός. Μέσα από τις συναντήσεις χτίζεις σιγά-σιγά την στάση που θες εσύ να έχεις απέναντι στα θέματα του παιδιού σου. Μια στάση που φυσικά θα είναι επηρεασμένη από τα δικά σου προσωπικά βιώματα όταν εσύ ήσουν παιδί αλλά μέσα από τις συζητήσεις μας και την προσωπική σου αναζήτηση εσύ θα επιλέξεις ποια στοιχεία της ανατροφής που σου έδωσαν θα κρατήσεις και ποια θα αλλάξεις. Θα επιλέξεις και θα χτίσεις την δική σου γονεική ταυτότητα που θα ταιριάζει σε σένα και στην οικογένειά σου. Για αυτό και θεωρώ ότι η συμμετοχή σε μια Σχολή γονέων είναι μια διαδικασία αναζήτησης της γονεικής μας ταυτότητας και αποτελεί μια επένδυση στη σχέση μας με το παιδί μας!

Όταν γίνεσαι γονιός είσαι απροετοίμαστος για τον πολύ υπεύθυνο αυτό ρόλο και μάλιστα σε μία δύσκολη εποχή όπως είναι η δική μας.

Πολύ εύστοχα λοιπόν ο γάλλος ψυχίατρος Andre Berge στο βιβλίο του με τίτλο «Το επάγγελμα των γονέων» γράφει «ενώ ο σύγχρονος άνθρωπος θεωρεί υποχρέωσή του να προετοιμάζεται για όλα τα επαγγέλματα, δεν προετοιμάζεται για τα δύο σπουδαιότερα του γονέα και του πολιτικού. Καθένας αισθάνεται έτοιμος να τα ασκήσει από τη μια στιγμή στην άλλη.»

Το να είσαι γονιός στις μέρες μας αποτελεί πρόκληση, και γι’ αυτό ο γονιός χρειάζεται να ενισχύσει το γονεϊκό του ένστικτο με το να δεχτεί σωστή πληροφόρηση και υποστήριξη ώστε να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις βασικές ανάγκες του παιδιού σε κάθε φάση της ζωής του.

Ο καθένας μας μπορεί να διαλέξει τον τρόπο που θα βοηθήσει τον εαυτό του να προετοιμαστεί ώστε να διαπαιδαγωγήσει το παιδί του σωστά.

Ακολουθεί μια σημείωση από μια μαμά που παρακολούθησε τις εργασίες μιας ομάδας Σχολών Γονέων που βρήκα εξαιρετικά σημαντική και θα ήθελα να την μοιραστώ μαζί σας…

Ξεκινώντας τη σχολή γονέων πριν από δυο χρόνια, το 2006, δεν ήξερα τι ακριβώς σημαίνει και πόσο μπορεί να βοηθήσει γιατί κανείς δεν είχε προηγούμενη εμπειρία για να μου περιγράψει.Σήμερα, τρία χρόνια μετά και αφού έχω παρακολουθήσει τα περισσότερα μαθήματα, μπορώ να πω ότι, ύστερα από τις πολύ ωραίες συναντήσεις που κάναμε με την υπεύθυνη του προγράμματος, πολλές από τις απορίες που είχα σαν μητέρα, μου έχουν λυθεί.

Πολλά πράγματα που θεωρούσα «βουνό» μου φαίνονται πιο απλά, πολλά καθημερινά προβλήματα που καλούμαι να λύσω με τα παιδιά μου με βρίσκουν προετοιμασμένη, πολλά ερωτήματα μου για το αν δίνω λάθος ή σωστές απαντήσεις στα ερωτήματα των παιδιών μου έχουν απαντηθεί.
Μετά το τέλος κάθε συνάντησης ένοιωθα ότι είχα αποκομίσει και κάτι που σίγουρα θα μου φαινόταν χρήσιμο κάποια στιγμή.
Δεν έκανα καθόλου λάθος σ’ αυτό! Όλα τα θέματα που συζητήσαμε αυτά τα δύο χρόνια ήταν η καθημερινότητα με τα παιδιά μου.
Σίγουρα δεν έγινα «ειδική» στην ανατροφή των παιδιών και σίγουρα κάνω λάθη (εξάλλου πως θα μπορούσα να μην κάνω άλλωστε αφού το να μεγαλώνεις παιδιά σήμερα είναι ολόκληρη επιστήμη) όμως αισθάνομαι καλύτερα γιατί έχω κάποιον να με συμβουλεύει και δεν θα κάνω τα λάθη που έκαναν οι γονείς μας ούτε και τα λάθη που θα έκανα αν δεν είχα πάρει μέρος σε αυτές τις συναντήσεις. Αντιθέτως πολλά από αυτά τα λάθη τα έχω ήδη αποφύγει….

Η έναρξη της εφηβείας γίνεται με την ήβη – τη χρονική εκείνη περίοδο που αρχίζει η ωρίμανση των γεννητικών οργάνων. Η ήβη διαφέρει από παιδί σε παιδί, αλλά είναι γενικά παραδεκτό ότι τα αγόρια μπαίνουν στην ήβη αργότερα από τα κορίτσια.

Η εφηβεία αρχίζει βαθμιαία περίπου στα 11 χρόνια και τελειώνει με την έναρξη της ενήλικης ζωής (από τα 18 μέχρι τα 21 χρόνια). Είναι λοιπόν μια αναπτυξιακή περίοδος που περιλαμβάνει πολλές και σημαντικές αλλαγές σε τέσσερις βασικούς τομείς ανάπτυξης: το βιοσωματικό, το γνωστικό, το συναισθηματικό και τον κοινωνικό τομέα.
Χαρακτηριστική στάση του εφήβου λοιπόν είναι η ενασχόληση με την εξωτερική τους εμφάνιση και αυτό συμβαίνει γιατί αλλάζει ραγδαία η εικόνα του σώματός του. Παρατηρείται ανάπτυξη του στήθους στα κορίτσια, «σπάσιμο» της φωνής στα αγόρια, μεγάλη ανάπτυξη των άκρων, εμφάνιση τριχοφυϊας, κ.α. που τον κάνουν στην αρχή να φέρεται λίγο αμήχανα και αδέξια μέχρι να προσαρμοστεί. Παρατηρούνται και ελαφρές διαταραχές της διατροφής, όπως π.χ. περίεργα γούστα για φαγητό, ανορεξία, δυσκοιλιότητα ή και υπερβολική φροντίδα για καθαριότητα.

Στο γνωστικό επίπεδο το άτομο αποκτά την τυπική νόηση. Εμφανίζεται η ικανότητα αφαιρετικών νοητικών πράξεων, ανακαλύπτεται η χρήση υποθετικού συλλογισμού καθώς επίσης και η επιστημονική – πειραματική μέθοδος. Όλα αυτά συμβαίνουν παράλληλα με την ανάπτυξη της ιδιαίτερης «γλώσσας» που χρησιμοποιούν οι έφηβοι μεταξύ τους, τη λεγόμενη «αργκό.»
Στα πλαίσια του πειραματισμού που ανακαλύπτει ο έφηβος αρχίζει να αναζητά πολιτικές και θρησκευτικές αξίες καθώς αναζητά και πρότυπα όπως τραγουδιστές, αθλητές, κ.α. στην προσπάθειά του να προσδιορίσει τον εαυτό του.

Όσον αφορά το συναισθηματικό τομέα υπάρχει συναισθηματική αστάθεια και οι γνωστές, απότομες και συχνές συναισθηματικές αλλαγές. Ο έφηβος μπορεί τη μια στιγμή να είναι πολύ χαρούμενος και την άλλη πολύ μελαγχολικός. Δείχνει μεγάλο πείσμα και είναι πολύ άκαμπτος αλλά παράλληλα μπορεί να υποτάσσεται εύκολα είτε σ’ ένα εκλεγμένο αρχηγό, είτε σε μια ομάδα όπου ανήκει (το φαινόμενο της μάζας)

Ένα συχνό θέμα είναι η σχέση του εφήβου με τους γονείς. Είναι ένα θέμα πολύ σημαντικό γιατί τώρα ο έφηβος αισθάνεται περίπου σαν άνδρας ή γυναίκα και έχει το δικαίωμα για περισσότερη ανεξαρτησία. Επίσης οφείλεται στο ότι αυτό τον καιρό προσπαθεί να προσαρμόσει τον εαυτό του στους καινούργιους ορίζοντες. Στα πλαίσια αυτής της τάσης του για ανεξαρτησία έρχεται σε σύγκρουση με τους γονείς του και εμφανίζει αντιδραστικότητα, μη συμμόρφωση στα λεγόμενα των γονιών, έντονη αμφισβήτησή του και εκνευρισμό.

Ταυτόχρονα επιθυμεί να ενταχθεί σε διάφορες ομάδες έξω από την οικογένεια, που συνήθως ελαττώνουν την επιρροή των γονέων, αν και η αγάπη που έχει ο έφηβος για τους γονείς του παραμένει η ίδια ή και μεγαλώνει.

Σημαντικοί άλλοι γίνονται οι συνομήλικοι και όχι οι γονείς, σε αυτή την αναπτυξιακή φάση.
Στον κοινωνικό τομέα, ο έφηβος εμφανίζει στοιχεία απομόνωσης και περιθωριοποίησης, και μια τάση να κάνει ακραία πράγματα.

Έχουμε δύο σημαντικά φαινόμενα. Το φαινόμενο του φανταστικού ακροατηρίου, που είναι η αίσθηση που έχει ότι όλοι τον κοιτάνε. Και το φαινόμενο του προσωπικού μύθου, ότι δηλαδή είναι μοναδικός και κανείς δεν τον καταλαβαίνει.
Κρίση προσωπικότητας για να διαμορφώσει τη συγκρότηση ταυτότητας
Η εφηβεία είναι μια δύσκολη περίοδος για τον έφηβο και για τους γονείς του. Χρειάζεται υπομονή και υπαναχώρηση από τις πρότερες θέσεις εκ μέρους των γονιών.
Οι αναπτυξιακοί στόχοι είναι:

  • Ο έφηβος να αποδεχτεί τη νέα μορφή που παίρνει το σώμα του.
  • Να διαμορφώσει μια ετερόφυλη σχέση
  • Να βάλει τις βάσεις για τη διαμόρφωση της επαγγελματικής του ταυτότητας
  • Να αποκτήσει συναισθηματική αυτονομία
  • Να προσδιορίσει τον εαυτό του
  • Να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις στα ερωτήματά του: ποιος είμαι, από πού έρχομαι και που πηγαίνω
  • Μη φοβάστε να είστε σταθεροί μαζί μου. Αυτό θα με κάνει να νιώθω περισσότερη σιγουριά
  • Μη με παραχαϊδεύετε. Ξέρω πολύ καλά πως δεν θα πρέπει να μου δίνετε ο,τιδήποτε σας ζητώ. Σας δοκιμάζω για να δω.
  • Μη με κάνετε να νιώθω μικρότερο απ’ ότι είμαι. Αυτό με σπρώχνει να παριστάνω καμιά φορά το «σπουδαίο».
  • Μη μου κάνετε παρατηρήσεις μπροστά στον κόσμο, αν μπορείτε. Θα προσέξω περισσότερο αυτό που θα μου πείτε, αν μου μιλήσετε ήρεμα μια στιγμή που θα είμαστε οι δυό μας.
  • Μη μου δημιουργείτε το συναίσθημα πως τα λάθη μου είναι αμαρτήματα. Μπερδεύονται έτσι μέσα μου όλες οι αξίες που έχω μάθει ν’ αναγνωρίζω.
  • Μη με προστατεύετε από τις συνέπειες των πράξεών μου. Χρειάζεται καμιά φορά να πάθω για να μάθω.
  • Μη δίνετε μεγάλη σημασία στις μικροαδιαθεσίες μου. Καμιά φορά δημιουργούνται ίσα – ίσα για να κερδίσω την προσοχή που ζητούσα.
  • Μη μου κάνετε συνεχώς παρατηρήσεις γιατί τότε θα χρειαστεί να προστατέψω τον εαυτό μου κάνοντας τον κουφό.
  • Μη μου δίνετε επιπόλαιες υποσχέσεις. Νιώθω πολύ περιφρονημένο όταν δεν τις κρατάτε.
  • Μην υπερτιμάτε την τιμιότητά μου. Συχνά οι απειλές σας με σπρώχνουν στην ψευτιά.
  • Μην πέφτετε σε αντιφάσεις. Με μπερδεύετε έτσι αφάνταστα και με κάνετε να χάνω την πίστη μου σ’ εσάς.
  • Μη με αγνοείται όταν σας κάνω ερωτήσεις, γιατί θ’ ανακαλύψετε πως θ’ αρχίσω να παίρνω τις πληροφορίες μου από άλλες πηγές.
  • Μην προσπαθείτε να με κάνετε να πιστέψω πως είστε τέλειοι ή αλάνθαστοι. Είναι μια δυσάρεστη έκπληξη γα μένα όταν ανακαλύψω πως δεν είστε ούτε το ένα ούτε το άλλο.
  • Μη διαννοηθείτε ποτέ πως θα πέσει η υπόληψή σας αν μου ζητήσετε συγνώμη. Μια τίμια αναγνώριση εός λάθους σας μου δημιουργεί πολύ θερμά αισθήματα απέναντί σας.
  • Μην ξεχνάτε πως μ’ αρέσει να πειραματίζομαι. Χωρίς αυτό δεν μπορώ να ζήσω. Σας παρακαλώ παραδεχθείτε το.
  • Μη ξεχνάτε πόσο γρήγορα μεγαλώνω. Θα πρέπει να σας είναι δύσκολο να κρατήσετε το ίδιο βήμα με μένα, αλλά προσπαθείστε, σας παρακαλώ.
  • Μην ξεχνάτε πως δεν θα μπορέσω ν’ αναπτυχθώ χωρίς πολύ κατανόηση και αγάπη. Αυτό όμως δε χρειάζεται να το πώ, έτσι δεν είναι;

Εφηβεία είναι εκείνη η αναπτυξιακή περίοδος του ατόμου που πραγματοποιείται η μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ηλικία.

Στη διάρκεια της εφηβείας συμβαίνουν παράλληλα πολλές και σημαντικές αλλαγές στην κατάσταση του παιδιού σε σωματικό, συναισθηματικό και νοητικό επίπεδο. Μία από τις πιο σημαντικές αλλαγές είναι ότι το παιδί μετατρέπεται σε ένα άτομο βιολογικά ώριμο και ικανό για αναπαραγωγή. Αυτός ο βομβαρδισμός ορμονών επηρεάζει τις συναισθηματικές και νοητικές αντιδράσεις των εφήβων με αποτέλεσμα να παρατηρούνται έντονες αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουν την οικογένεια, το σχολείο, τους συνομίληκους, την κοινωνία. Ταυτόχρονα αλλάζει και διαφοροποιείται ο τρόπος που βλέπουν τον εαυτό τους και βάζουν τους προσωπικούς τους στόχους.

Ακριβώς επειδή αυτή την περίοδο συντελούνται πολλές αλλαγές σε διαφορετικά επίπεδα, ο έφηβος νοιώθει και είναι πολύ ευάλωτος σε μία περίοδο που τίποτα δεν είναι όπως και πριν κι όλα είναι ρευστά κι απροσδιόριστα. Αυτό δημιουργεί στους εφήβους άγχος, αγωνία και ανασφάλεια καθώς επίσης πόνο γιατί καλούνται να αποχωριστούν την παιδική τους ηλικία. Ζούνε ένα είδος πένθους της παιδικής ελευθερίας και ανεμελιάς.

Οι ψυχολόγοι θεωρούν ότι η εφηβεία είναι μία δεύτερη ευκαιρία να γίνει επανόρθωση τραυματικών θεμάτων της παιδικής ηλικίας. Ξαναανακύπτουν θέματα άλυτα προηγούμενων εξελικτικών σταδίων, τα οποία τώρα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν από τους γονείς με μεγαλύτερη ευαισθησία και γνώση ώστε να επιλυθούν. Σημαντικός στόχος αυτής της περιόδου αποτελεί η απόκτηση ταυτότητας για τους μελλοντικούς ενήλικες. Το χτίσιμο ταυτότητας είναι μία υπόθεση εντελώς προσωπική και ατομική για τον κάθε έφηβο. Διαμορφώνεται σιγά – σιγά μέσα από πληροφορίες, βιώματα, εμπειρίες και γνώσεις. Η διαδικασία αναζήτησης και διαμόρφωσης της ταυτότητας επηρεάζει τη συναισθηματική κατάσταση του εφήβου και την προσαρμογή του στην ενήλικη ζωή. Ο έφηβος εκείνος που κατορθώνει να συγκροτήσει υπεύθυνα την ταυτότητά του παρουσιάζει αργότερα ψυχική ισορροπία και κοινωνική λειτουργικότητα.

Στη διαδικασία αναζήτησης της ταυτότητάς τους οι έφηβοι έχουν ανάγκη να απομονωθούν για να μπορέσουν να επεξεργαστούν τα νέα δεδομένα. Από τη μία μεριά εξαρτώνται από τους γονείς τους και από την άλλη επιθυμούν την ανεξαρτησία τους. Στην προσπάθειά τους να αποχτήσουν την ανεξαρτησία τους που είναι απαραίτητο στοιχείο για το χτίσιμο της ταυτότητας, αντιδρούν με θυμό και πείσμα στους γονείς τους. Μόνο σε γονείς που συμπεριφέρονται με κατανόηση, σταθερότητα και χωρίς αυταρχισμό, μπορούν οι έφηβοι να μιλήσουν ανοιχτά για τους προβληματισμούς τους.

Οι ενήλικοι από την άλλη πλευρά –οι γονείς-, προσπαθούν να δομήσουν τη ζωή των εφήβων έτσι ώστε να ταιριάζει στη δική τους ιδέα για το πώς λειτουργεί ο κόσμος. Οι έφηβοι από τη μεριά τους αξιολογούν με το δικό τους πρίσμα τη ζωή, καθορίζουν εκείνοι τη δική τους πραγματικότητα και επιβάλουν τις δικές του προτιμήσεις.

Σε αυτή την αναπτυξιακή φάση των παιδιών, οι γονείς καλούνται να «απογονεοποιηθούν». Από γονείς ενός μικρού παιδιού πρέπει να εξελιχθούν σε γονείς μελλοντικού ενήλικα. Από εκεί που οι γονείς καθορίζανε σε μεγάλο βαθμό την πορεία και τη ζωή του παιδιού τους, πρέπει τώρα να αφήσουν χώρο για τις επιλογές του εφήβου, παρόλο που μερικές φορές μπορεί να είναι αντίθετοι σε αυτές τις επιλογές. Το ζητούμενο είναι να μπορέσει ο γονιός , ο καθοδηγητής, όλοι εμείς να σταθούμε δίπλα στον έφηβο και να τον βοηθήσουμε στο χτίσιμο της ταυτότητάς του και ένα κομμάτι αυτού του χτισίματος είναι και η επιλογή του επαγγέλματος!!!

Αξίζει να αναφέρουμε μια φράση της Φρανσουάζ Ντολτό (γνωστής ψυχαναλύτριας παιδιών) σχετικά με την εφηβεία: «Η εφηβεία είναι πάντα δύσκολη αλλά εάν γονείς και παιδιά εμπιστεύονται τη ζωή, τότε όλα στο τέλος κανονίζονται!»

Το έμβρυο από την ενδομήτρια κίολας ζωή του, μπορεί και ακούει, μπορεί και αισθάνεται. Ακούει κι αναγνωρίζει τη γλυκιά φωνή της μητέρας του, αισθάνεται τις ανησυχίες ή και τις χαρές της μητέρας του και αντιδρά κινούμενο στο αμνιακό υγρό. Είναι εκείνες οι ώρες που το έμβρυο αναπτύσσει την πρώτη του και τόσο σημαντική σχέση με τον άνθρωπο που το φέρνει στη ζωή, τη μητέρα του!

Από τις πρώτες κιόλας ώρες της γέννησή του, έρχεται σε επαφή με την τρυφερή φωνή της μητέρας του, που το καλωσορίζει στη ζωή της, με το γλυκό αγκάλιασμά της καθώς το παίρνει στην αγκαλιά της για να το ταϊσει, όπως έκανε άλλωστε εννέα μήνες, αλλά με διαφορετικό τρόπο.

Από την άλλη μεριά, η μητέρα αγαπά το νεογέννητο παιδί, μόνο και μόνο επειδή είναι το δικό της παιδί και του άντρα της.Το βρέφος αρχίζει ήδη να γνωρίζει ότι οι γονείς του είναι εκεί για να το φροντίζουν και να ικανοποιούν τις ανάγκες του. Καταλαβαίνει, εισπράττει «ότι με αγαπάνε γι’ αυτό που είμαι, επειδή υπάρχω»!

Και είναι αλήθεια, γιατί η μητέρα του δεν προσπαθεί να το αγαπήσει, η αγάπη της γι’ αυτό είναι δοσμένη και είναι αγάπη άνευ όρων. Όσο βέβαια περνάσει ο καιρός, ο χρόνος, το παιδί αρχίζει σιγά – σιγά να αποκτά τη δική του αυτονομία και ανεξαρτησία. Αρχίζει να μιλά και να εκφράζει τις ανάγκες του, αρχίζει να περπατά και να αναπτύσσει τις δεξιότητές του.

Έτσι, η σχέση με τη μητέρα αρχίζει να χάνει την αρχική εξαρτητική της σημασία, ενώ αρχίσει να γίνεται όλο και πιο σημαντική η σχέση του με τον πατέρα.

Η σχέση λοιπόν με τον πατέρα είναι κάπως διαφορετική. Ενώ η μητέρα συμβολίζει τη μάνα γη, όπου το παιδί ζει και τρέφεται, ο πατέρας συμβολίζει και οφείλει να αντιπροσωπεύει τον κόσμο της σκέψης, της τάξης, του ταξιδιού και της περιπέτειας.

Ο πατέρας οφείλει να είναι ο καθοδηγητής, ο συμβουλάτορας και γιατί όχι ο μέντορας. Η πατρική αγάπη διαφοροποιείται και είναι ή φαίνεται να είναι μια αγάπη με όρους. Η φιλοσοφία της είναι: «σ’ αγαπώ γιατί προσπαθείς και το αξίζεις» Δεν είναι ν’ ακυρώσει ή ν’ απορρίψει το παιδί του, αλλά περισσότερο να το οπλίσει με το ψυχικό σθένος και την ευέλικτη κρίση για να αντιμετωπίζει τα όποια προβλήματα του παρουσιάζονται στη ζωή.

Άντρας και γυναίκα ακόμα, Μητέρα και Πατέρας, σύζυγοι, αυτοί οι δύο άνθρωποι καλούνται να συνεργαστούν αρμονικά, να ενώσουν τις ικανότητές τους για την επίτευξη του κοινού στόχου, να αλληλοσυμπληρωθούν στην εφαρμογή των ρόλων τους, ώστε να μεγαλώσουν σωστά το παιδί τους και να χτίσουν με επιτυχία την προσωπικότητά του.

Το γεγονός ότι η παρουσία της μητέρας στην κυοφορία και στη γέννηση του παιδιού μέχρι και τα πρώτα χρόνια της ζωή του, είναι αναντικατάστατη, δεν αφήνει απ’ έξω την παρουσία του πατέρα. Αλλά τονίζεται η σημασία της μητρικής προσέγγισης που είναι η αγάπη χωρίς όρους. Το ίδιο συμβαίνει και στα μετέπειτα χρόνια του παιδιού που τονίζεται η σημασία της πατρικής προσέγγισης που είναι η αγάπη με όρους. Και σε αυτά τα χρόνια, η παρουσία της μητέρας οφείλει να είναι σταθερή και το ίδιο δοτική όσα τα πρώτα χρόνια, αλλά η σκυτάλη δίνεται στην ανάπτυξη της κρίσης του παιδιού από τον πατέρα. Και βέβαια, περιγράφοντας το συγκεκριμένο μητρικό ρόλο και τον πατρικό ρόλο, περισσότερο εννοοώ εκείνους τους ρόλους που ιδανικά οφείλουν να υπάρχουν. Βέβαια, ο κάθε γονιός έχει και αυτός μεγαλώσει μέσα σ’ ένα περιβάλλον που ίσως δεν έζησε αυτές τις εφαρμογές των ιδανικών ρόλων και κατά συνέπεια έχει δυσκολία να τους αναπαραστήσει στο μεγάλωμα του παιδιού του.

Ακριβώς σε αυτή την ξεκάθαρη και αλληλοσυμπληρωνόμενη εφαρμογή των δύο γονικών προσεγγίσεων οφείλεται μεγάλο μέρος της ψυχικής υγείας του παιδιού και της ωριμότητάς του. Δυσκολίες στο να βιωθεί επαρκώς αυτή η μεταβατική διαδικασία, από το να αγαπιέται επειδή υπάρχει, μέχρι να αγαπιέται επειδή προσπαθεί και το αξίζει, μπορεί να οδηγήσουν σε παθολογικές καταστάσεις του ατόμου, όπως μπορεί να είναι π.χ., εαν δεν έχει βιώσει την αγάπη με όρους, να είναι ένα άτομο αδύνατο, που θέλει συνεχώς να το φροντίζουν και να το προστατεύουν, γιατί δεν έχει αναπτύξει την ικανότητα να κατακτήσει τη ζωή μόνο του.

Συνοψίζοντας, θα έλεγα ότι τα ώριμα άτομα, μπορεί να είναι πατέρας και μητέρα για τον εαυτό τους, να έχουν ενσωματώσει τις μητρικές και πατρικές ποιότητες.

Εαν αυτό δεν έχει συντελεστεί εγκαίρως, θα μπορούσαν τα άτομα αυτά με κάποια υπεύθυνη βοήθεια να αναπτύξουν μέσα τους τις αντίστοιχες ποιότητες (διαδικασίες). Εδώ θα τολμούσα ίσως να αναφέρω ότι η παρουσία ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας, πολλές φορές θα βοηθούσε στη σωστή ανάπτυξη του παιδιού και στη σωστή στήριξη του παιδιού και στη στήριξη των γονιών στο δύσκολο έργο τους.

Στο τέλος του 20ου αιώνα άρχισε να γίνεται έντονη συζήτηση για τη σημαντικότητα που έχουν τα συναισθήματα στη ζωή του ατόμου. Ως τότε θεωρούνταν ότι η ευφυΐα, γνωστή ως I.Q., νοητική νοημοσύνη έπαιζε το σημαντικότερο ρόλο στη ζωή του ανθρώπου.

Ο όρος E.Q. διατυπώθηκε επίσημα το 1990 από τους ψυχολόγους Mayer και Salovey. Ο ψυχολόγος Daniel Goleman υποστήριξε ότι το σημαντικότερο ρόλο έχει η συναισθηματική νοημοσύνη ή το E.Q. Στο βιβλίο του με τίτλο «Συναισθηματική Νοημοσύνη» την ορίζει ως την ικανότητα του ατόμου να αναγνωρίζει έγκαιρα τι συναίσθημα βιώνει και σε ποια ένταση αλλά ταυτόχρονα να μπορεί να αναγνωρίζει το ίδιο καλά και το συναίσθημα του συνανθρώπου του.

Βέβαια θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι για αυτή ακριβώς τη συναισθηματική ικανότητα του ατόμου μίλησε ο Αριστοτέλης αρκετά χρόνια πριν χωρίς βέβαια να την ονομάσει συναισθηματική νοημοσύνη. Ο Αριστοτέλης αναφέρει τα Ηθικά Νικομάχεια «Οποιοσδήποτε μπορεί να θυμώσει. Είναι εύκολο. Αλλά το να εκφράσεις το θυμό σου στο σωστό άτομο, στο σωστό βαθμό, τη σωστή στιγμή, για το σωστό λόγο και με το σωστό τρόπο- αυτό δεν είναι εύκολο.»

Ετυμολογικά η λέξη συναίσθημα έρχεται από το συν+αίσθηση και υποδεικνύει ότι υπάρχει μια δράση μία κίνηση π.χ. όταν θυμώνουμε θέλουμε να χτυπήσουμε τον άνθρωπο που μας θύμωσε.

Αν λοιπόν στο συναίσθημα υπάρχει μια δράση, μία κίνηση ο άνθρωπος που έχει πλούσια συναισθήματα μπορούμε να πούμε ότι είναι ένας «ζωντανός» άνθρωπος. Πόσο μάλλον αν μπορεί να αναγνωρίζει έγκαιρα το συναίσθημά του σε είδος και σε διαβάθμιση – ένταση έτσι ώστε να το χρησιμοποιεί κατάλληλα και λειτουργικά προς τον ίδιο.

Ένα πολύ απλό και καθημερινό παράδειγμα μπορεί να είναι το εξής: το παιδί μας αρχίζει να πετάει το φαγητό έξω από το πιάτο κάτι που αρχίζει να μας εκνευρίζει. Αντί λοιπόν να αφήσουμε το παιδί να προχωρήσει σε αυτό που κάνει και πιθανά να αρχίσει να εκσφενδονίζει το φαγητό στον τοίχο και εμείς να εξοργιστούμε και είτε να του μιλήσουμε πολύ άσχημα είτε να το τιμωρήσουμε, μπορούμε να τα αποφύγουμε διατυπώνοντας το συναίσθημά μας και οριοθετώντας τη συμπεριφορά αυτή του παιδιού.

Βέβαια τέτοια παραδείγματα είναι πάρα πολλά στην καθημερινότητα και αν κάποιος ασχοληθεί συστηματικά με το πώς θα γίνει όσο το δυνατόν συναισθηματικά νοήμων έρευνες έδειξαν ότι μπορεί να φτάσει την επιτυχία της προσωπικής όσο και της οικογενειακής αλλά και της επαγγελματικής ζωής του. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι όλο και περισσότερες εταιρείες συμπεριλαμβάνουν στις δραστηριότητές τους σεμινάρια εκμάθησης συναισθηματικής αγωγής στην προσπάθειά τους να αυξήσουν την παραγωγικότητα του ανθρώπινου δυναμικού.

Η συναισθηματική νοημοσύνη καλλιεργείται στα παιδιά μέσα από τη σχέση τους με τους γονείς τους μιας και αυτή η σχέση είναι η πρωταρχική για εκείνα. Ο γονιός που είναι συναισθηματικά νοήμων εκπαιδεύει και το παιδί του να αποκτήσει συναισθηματική επίγνωση και συναισθηματική ενσυναίσθηση που είναι ακριβώς η ικανότητα να κατανοεί τα συναισθήματα των συνανθρώπων του.

Σε αυτή την προσπάθεια είναι σημαντικό ο γονιός να μάθει να ακούει και να παρατηρεί το παιδί του. Να εστιάζει την προσοχή του στη γλώσσα του σώματος, καθώς και στις χειρονομίες του παιδιού του. Και στη συνέχεια να εκφράζει το συναίσθημα που έχει ο ίδιος έτσι ώστε σταδιακά να μάθει και το παιδί να αναγνωρίζει και να διατυπώνει το δικό του συναίσθημα.

Με τη βοήθεια της συναισθηματικής αγωγής που θα δώσει ο γονιός στο παιδί του, το παιδί θα αναπτύξει την αυτογνωσία του, την αυτοεκτίμησή του και θα αναπτύξει βασικές δεξιότητες όπως είναι η καλή συνεργασία και μεταξύ των συνομηλίκων και των ενηλίκων καθώς και η αποτελεσματική επικοινωνία.

Τέλος, θα μάθει να διαχειρίζεται τα αρνητικά – δύσκολα συναισθήματα για εκείνο και να επιλύει συγκρούσεις. Τα παιδιά που έχουν λάβει τέτοια αγωγή είναι καλύτερα προετοιμασμένα απέναντι στη νεανική βία, στον εθισμό στο αλκοόλ, τα ναρκωτικά και την πρώιμη σεξουαλική δραστηριότητα.

Φυσικά για να μπορέσει ο γονιός να μεταφέρει αυτές τις δυνατότητες στο παιδί του, είναι σημαντικό ο ίδιος να προσπαθήσει να κατακτήσει τη συναισθηματική νοημοσύνη και ενσυναίσθηση μέσα από τη δική του πρακτική στην καθημερινότητα.

Ο Steiner στο βιβλίο του «Συναισθηματική νοημοσύνη με καρδιά» εννοώντας ότι η διαδικασία αυτή της συναισθηματικής νοημοσύνης έρχεται μέσα από το συναίσθημα της αγάπης για τον εαυτό και για το συνάνθρωπο αποκαλεί όλους τους ανθρώπους που είναι σε αυτή την πορεία «συναισθηματικούς πολεμιστές». Νομίζω ότι αυτός ο όρος «συναισθηματικός πολεμιστής» ταιριάζει και στο σύγχρονο γονέα, στο γονιό εκείνο που παλεύει για να δώσει κάτι διαφορετικό, κάτι περισσότερο, κάτι παραπέρα στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού του από ότι συνηθίζεται.

Οι καλοκαιρινοί μήνες μας δίνουν την δυνατότητα να ασχοληθούμε περισσότερο με το παιχνίδι και τη δημιουργική ανάπτυξη του παιδιού.
Το παιχνίδι υπάρχει στη ζωή του παιδιού από τη στιγμή της γέννησής του. Είναι το μέσο με το οποίο θα αντιληφθεί τον κόσμο και θα προσαρμοστεί σε αυτόν. Η ενασχόληση  με το παιχνίδι μπορεί να έχει πολλά ωφέλη, ένα από τα πιο σηματικά είναι ότι αναπτύσσει την δημιουργικότητα του παιδιού μας.

Πώς όμως επιτυγχάνεται η δημιουργική ανάπτυξη του παιδιού;

Για να μπορέσει  το παιδί να παίξει ελεύθερα χρειάζεται να του εξασφαλίσουμε το φυσικό και ψυχολογικό περιβάλλον το οποίο θα το βοηθήσει να εκφραστεί και να είναι ο εαυτός του.
Διαθέτοντας τα κατάλληλα υλικά, το χώρο, το χρόνο καθώς και το σεβασμό, το ενδιαφέρον και την υποστήριξη από τους ενήλικες. Είναι σημαντικό το παιδί να έχει στη διάθεσή του μερικά από τα διάφορα υλικά που κυκλοφορούν στην αγορά και με τα οποία μπορεί κανείς να ζωγραφίσει, να πλάσει ή να κατασκευάσει κάτι ή ακόμα να σκηνοθετήσει ένα παραμύθι. Τα υλικά πρέπει να είναι κατάλληλα για τα παιδιά δηλαδή να συμβαδίζουν με το στάδιο ανάπτυξής τους, τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά τους και τις ανάγκες τους και να είναι συγκεντρωμένα και διαθέσιμα σε ένα μέρος του σπιτιού.

Επίσης πολύ σημαντικό είναι να έχει το παιδί ένα συγκεκριμένο χώρο του σπιτιού που να μπορεί να τον λερώνει και να τον αναστατώνει χωρίς να φοβάται ότι θα δεχθεί επίπληξη από τους μεγάλους. Καθώς επίσης και τον απαραίτητο χρόνο στη διάθεσή του να ασχοληθεί με ότι εκείνο επιλέξει ελεύθερα. Μόνο μέσα από την εξάσκηση μπορεί το παιδί να αποκτήσει επιδεξιότητα και ικανότητα. Πρέπει να γνωρίζει όμως πόσο χρόνο έχει και να το προειδοποιούμε όταν τελειώνει αυτός ο χρόνος γιατί έτσι μαθαίνει τη συνέπεια και την υπευθυνότητα και μπορεί να αποχωριστεί ομαλά το παιχνίδι του.

Το πιο σημαντικό από όλα είναι να δείχνουμε σεβασμό προς το παιδί και σε αυτό που κάνει. Να το αφήνουμε ελεύθερο να διαλέξει εκείνο τι θα φτιάξει, πώς και πότε θα το φτιάξει και αν θα το ολοκληρώσει.Ο σεβασμός για τα έργα του παιδιού, που είναι επεκτάσεις του εαυτού του, φαίνεται από τον τρόπο που τα κοιτάμε και τα φυλάμε, από την αγάπη και τη φροντίδα με την οποία τα δείχνουμε στους φίλους και συγγενείς μας.
Ο γονιός μπορεί να δείξει το ενδιαφέρον του με το να βρίσκεται κοντά στο παιδί στη διάρκεια που εκείνο παίζει συμμετέχοντας ενεργά στο παιχνίδι. Άλλοτε μπορεί να δώσει τη βοήθειά του όταν του ζητηθεί ή και να ενθαρρύνει το παιδί να συνεχίσει το παιχνίδι του.

Το παιχνίδι που είναι δημιουργικό – εκφραστικό  ενισχύει την αυτονομία, την ανεξαρτησία σκέψης και δράσης, την φαντασία και την πρωτοβουλία.
Το παιχνίδι με αυτό τον τρόπο αποτελεί μια θετική και δημιουργική εμπειρία τόσο για τα παιδιά όσο και για τους γονείς που συμμετέχουν. Έτσι όλα τα μέλη της οικογένειας μοιράζονται συναισθήματα χαράς, ηρεμίας και ανεμελιάς.

Μέσα από τη δημιουργική διαδικασία ο γονιός χτίζει τη σχέση του με το παιδί κατανοώντας τις συναισθηματικές ανάγκες του και το βοηθά να ανθίσει και να αναπτυχθεί με ψυχική υγεία έτσι ώστε να μπορεί να λειτουργήσει με την ίδια δημιουργικότητα ως ενήλικας αργότερα στις σχέσεις και στην εργασία του.

Το καλοκαίρι πέρασε και ήρθε ο Σεπτέμβρης με τις ετοιμασίες για τη νέα σχολική χρονιά. Τόσο οι γονείς όσο και τα παιδιά πρέπει να περάσουν από την περίοδο της ανεμελιάς στην πειθαρχία και στο πρόγραμμα. Είναι η εποχή που οι γονείς χρειάζεται να έχουν υπομονή. Για να διατηρήσετε την υπομονή σας έχετε σαν στόχο την αποτελεσματικότητα κι όχι την τελειότητα. Η διαπαιδαγώγηση που γίνεται με ηρεμία και υπομονή είναι πολύ πιο αποτελεσματική και έχει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Υπάρχουν 10 συμβουλές που έχουν δοκιμαστεί στην καθημερινότητα και μπορούν να σας βοηθήσουν πραγματικά.

1. Δώστε χρόνο. Η προσαρμογή είναι διαδικασία που απαιτεί χρόνο και ηρεμία και είναι σημαντικό να γίνει ομαλά. Κατανοήστε το παιδί σας όταν εκφράζει δυσαρέσκεια για το ξεκίνημα της νέας σχολικής χρονιάς. Του είναι δύσκολο να προσαρμοστεί αμέσως στις νέες του υπευθυνότητες.

2. Θέστε τα βασικά όρια και τους κανόνες που προκύπτουν με την έναρξη της σχολικής χρονιάς, τονίζοντας τη διαφορετικότητα στην τήρηση και εφαρμογή των ορίων ανάμεσα στην καλοκαιρινή περίοδο και στη χειμερινή.

3. Ενθαρρύνετε τις προσπάθειες του παιδιού να ενταχθεί στο σχολικό του πρόγραμμα, με το δικό του τρόπο και ρυθμό.

4. Δείξτε κατανόηση όταν το παιδί αρνείται να συνεργαστεί άμεσα και προτείνετε εναλλακτικές λύσεις.

5. Βοηθήστε το παιδί να προγραμματίσει και να οργανώσει το χρόνο του και τις δραστηριότητές του (διάβασμα, παιχνίδι, φαγητό).

6. Μετριάστε τις προσδοκίες σας τόσο απέναντι στο δικό σας ρόλο όσο κι απέναντι στα παιδιά. Αν ένα παιδί μπορεί να κάνει κάτι μόνο του ακόμα κι αν δε το κάνει τόσο καλά ή τόσο γρήγορα, όσο θα θέλατε, αφήστε το να το κάνει.

7. Διασκεδάστε, μην ξεχνάτε ότι είναι παιδιά. Παίξτε μαζί τους και δώστε τους τη δυνατότητα να βρεθούν συχνά με φίλους τους, τα ηρεμεί και τα ευχαριστεί.

8. Επιβραβεύστε το παιδί σας όταν δείχνει υπομονή. Τα παιδιά αναζητούν την επιβράβευση από τους γονείς τους.

9. Ενθαρρύνετε την αυτονομία και την διάθεση των παιδιών για πρωτοβουλία, με αποτέλεσμα να βοηθηθεί το παιδί να γίνει υπεύθυνο και να εξασφαλίσετε οι ίδιοι χρόνο για τον εαυτό σας.

10. Φροντίστε τους εαυτούς σας, παίρνοντας χρόνο για εσάς. Διατηρείστε τα χόμπυ σας, και εξασφαλίστε λίγες ώρες την εβδομάδα που θα τις περνάτε μόνοι σας. Αυτό είναι κάτι που θα σας βοηθήσει να είστε πιο υπομονετικός γονέας. Κάντε ένα μικρό διάλειμμα (time-out), όταν αισθάνεστε ότι ο θυμός σας μεγαλώνει και πιθανά να χάσετε τον έλεγχο ή την αυτοκυριαρχία σας.

Η εφαρμογή των συγκεκριμένων συμβουλών μπορεί να εξoμαλύνει τις εντάσεις και να βοηθήσει στην δημιουργία μιας χαλαρής οικογενειακής ατμόσφαιρας. Όταν θα μάθετε να είστε υπομονετικοί με τα παιδιά σας, τότε θα έχετε ρεαλιστικές προσδοκίες για τη συμπεριφορά των παιδιών και θα μεγαλώνετε υπομονετικά παιδιά!

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Παιδικός σταθμός για γονείς”

Με τις ραγδαίες αλλαγές που δέχεται η κοινωνία μας, πολύ συχνά πια η οικογένεια έρχεται αντιμέτωπη με το πολύ δύσκολο θέμα ο πατέρας να χάνει την εργασία του. Σοκ, θλίψη, απογοήτευση, πένθος, οργή και ανησυχία!

Αυτά είναι όλα τα συναισθήματα που έρχονται στην επιφάνεια όταν ο πατέρας χάνει τη δουλειά του. Τα ίδια συναισθήματα θα αντιμετωπίσουν και τα μέλη της οικογένειάς του.

Τι μπορεί να κάνει ο μπαμπάς για να βοηθήσει τον εαυτό του και την οικογένειά του;

  • Συζητήστε με τη σύντροφό σας τι έχει συμβεί. Κρατώντας την απώλεια της εργασίας σας μυστική δεν θα ωφελήσει ούτε εσάς ούτε τη σύντροφό σας. Βεβαιωθείτε ότι εσείς και η σύντροφός σας είστε μαζί καθώς κινείστε σε αυτή τη μεταβατική περίοδο για να βρείτε τη νέα εργασία. Σχεδιάστε μαζί το πλάνο εύρεσης εργασίας καθώς και τον τρόπο που θα το ανακοινώσετε στα παιδιά.
  • Ενημερώστε τα παιδιά ότι έχετε χάσει την εργασία σας. Υπενθυμίστε τους ότι αυτό είναι μια εποχή μετάβασης και όλη η οικογένεια θα πρέπει να βοηθήσει στη μείωση των καθημερινών δαπανών, συμβάλλοντας έτσι στην οικογενειακή ασφάλεια. Καθησυχάστε τους ότι όλα θα τακτοποιηθούν και ότι χρειάζεστε χρόνο για να το πετύχετε. Οι δεσμοί ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας μπορεί να γίνουν ισχυρότεροι μέσω κρίσης ή μπορούν να γίνουν πολύ πιο ασθενείς, ανάλογα σε μεγάλο βαθμό από τη στάση των γονέων. Σε πολλές μελέτες για τις επιπτώσεις της ύφεσης στα παιδιά, η αύξηση των συγκρούσεων και εντάσεων μέσα στην οικογένεια έχει ισχυρότερη επίδραση από αυτή που έχειη πραγματική απώλεια της εργασίας με τη μείωση των μηνιαίων εσόδων.
  • Μοιραστείτε τα συναισθήματά σας και τις σκέψεις σας με όλους και παροτρύνετε και τα παιδιά να σας μιλήσουν γι’αυτή την αλαγή και να σας πουν τι σκέφτονται και ίσως τι τα φοβούνται. Γνωστοποιήστε την ανησυζχία σας για τη νέα κατάσταση, αλλά αφήστε να φανεί ότι υπερισχύουν η ελπίδα και η αισιοδοξία. Διδάξτε στα παιδιά πώς κάποιος μπορεί να είναι ήρεμος, ευγενικός και λειτουργικός ακόμη και κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες.
  • Οργανώστε σύντομα και συγκροτημένα την εύρεση της νέας εργασίας σας. Ετοιμάστε ένα ελκυστικό βιογραφικό σημείωμα που θα παρουσιάζετε τον εαυτό σας και προωθήστε το σε όσες περισσότερες εταιρίας ή φορείς νομίζετε θα τους ενδιαφέρει. Επικοινωνήστε την αλλαγή της εργασιακής σας κατάστασης σε φίλους και συγγενείς και ζητήστε βοήθεια.
  • Επωφεληθείτε από τον ελεύθερο χρόνο που έχετε. Χρησιμοποιήστε αυτό το χρόνο για να επικοινωνήσετε με τα παιδιά σας και τη σύζυγό σας. Βρείτε την ευκαιρία να κάνετε πράγματα μαζί τους που πριν δεν σας το επέτρεπε το διευρυμένο ωράριό σας. Παίξτε, χαλαρώστε, δείτε τους φίλους που είχατε καιρό να δείτε και βοηθήστε σύζυγο με τις καθημερινές δουλειές του σπιτιού. Ο χρόνος που θα περάσετε με την οικογένεια θα σας βοηθήσει να μειώσετε το άγχος για την αναζήτηση εργασίας.
  • Χάνοντας μια θέση εργασίας είναι φυσικό να αισθάνεστε ανασφάλεια και αγωνία. Σίγουρα είναι επώδυνο. Σκεφτείτε, όμως, μπορεί να σας δώσει μια ευκαιρία να αξιολογήσετε εκ νέου και τελικά να ανανεώσετε τη ζωή σας. Όταν βρείτε άλλη δουλειά, η ζωή σας μπορεί να γίνει πιο ισορροπημένη από ό,τι στο παρελθόν, ίσως με λιγότερη έμφαση στην καριέρα και περισσότερο χρόνο για την οικογένεια.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Παιδικός σταθμός για γονείς”